Στο ερώτημα τι ακριβώς είναι οι διατροφικές διαταραχές μπορούμε να δώσουμε τον ακόλουθο ορισμό: είναι η διαταραγμένη πρόσληψη τροφής, η οποία είναι αποτέλεσμα της διαταραγμένης ψυχικής κατάστασης του ατόμου που την εμφανίζει.
Μια διατροφική διαταραχή (οι πιο συνηθισμένες είναι η ψυχογενής βουλιμία, η νευρωσική ανορεξία και η παχυσαρκία) στην πραγματικότητα μεταφράζεται ως το σύμπτωμα κάποιων βαθύτερων εσωτερικών προβλημάτων που πιθανόν αντιμετωπίζει ένα άτομο και έχει αντίκτυπο σε όλες τις πτυχές της ζωής του. Παρακάτω αναλύονται οι ψυχολογικοί παράγοντες που οδηγούν στην εκδήλωση μιας τέτοιας συμπεριφοράς.
Το άτομο που εμφανίζει κάποια διατροφική διαταραχή νιώθει να καταπιέζεται από αρνητικά συναισθήματα τα οποία αντιλαμβάνεται ως πιθανό κίνδυνο για τη ζωή του. Τα κυρίαρχα συναισθήματα είναι ο θυμός, η ενοχή, η μοναξιά, ο φόβος, το άγχος, η ματαίωση, η απογοήτευση. Εξαιτίας των παραπάνω συναισθημάτων υιοθετεί κάποια διατροφική διαταραχή η οποία στα μάτια του ατόμου εμφανίζεται ως ένας εύκολος και αποτελεσματικός τρόπος να διαχειριστεί ή και να απαλλαγεί από αυτά τα αρνητικά και ασφυκτικά συναισθήματα.
Με την πάροδο του χρόνου, η διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά γίνεται πιο αναγκαία και παγιώνεται διότι στρέφει την προσοχή του ατόμου από αυτό που "νιώθει" σε αυτό που "τρώει". Το φαγητό λειτουργεί δηλαδή ως το μέσο χάρη στο οποίο το άτομο έχει τη δυνατότητα να αποφύγει τα δυσάρεστα συναισθήματα τα οποία βιώνει για πολλά χρόνια αλλά αρνείται την ύπαρξή τους και τα προσπερνά.
Οι περισσότεροι λοιπόν άνθρωποι που εκδηλώνουν διαταραχές ελέγχου πρόσληψης τροφής (πάνω από 70% σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα) καταφεύγουν στο φαγητό για να εκτονώσουν μια ψυχική ένταση και τα αρνητικά συναισθήματα που είναι υπαρκτά αλλά περνούν απαρατήρητα.
Το οικογενειακό περιβάλλον του ατόμου που πάσχει από κάποια διατροφική διαταραχή είναι σημαντικό να αντιληφθεί έγκαιρα τη σοβαρότητα της κατάστασης, να είναι υποστηρικτικό και να μη διστάσει να ζητήσει βοήθεια από ειδικό το συντομότερο. Θα πρέπει επίσης να αποφεύγει να ασκεί κριτική και πίεση στο πάσχων άτομο και να χρησιμοποιεί φράσεις και χαρακτηριστικά με αρνητική φόρτιση και περιεχόμενο, π.χ. "κοίτα πως κατάντησες, σαν σκελετός έγινες", "είσαι κοκαλιάρης", "είσαι χτικιάρης" "δε βλέπεσαι", "είσαι σαν σκιάχτρο", "πάχυνες τόσο που δε χωρας να περάσεις από την πόρτα", "ντρέπομαι να σε κυκλοφορήσω", "απορώ τι τρως και δεν παχαίνεις", "φάε επιτέλους σαν φυσιολογικό άτομο", "απορώ γιατί δεν κάνεις λίγη δίαιτα", "θα σπάσει η ζυγαριά όταν ανέβεις", "δε ντέπεσαι όταν αντικρίζεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη" και άλλες παρόμοιες εκφράσεις.
Τέτοιου είδους συμπεριφορές φέρνουν τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς μειώνουν ακόμη περισσότερο την ήδη χαμηλή αυτοεκτίμηση του ατόμου με διατροφική διαταραχή, το οποίο στη συνέχεια τιμωρεί με πιο αυστηρό τρόπο τον εαυτό του.
Όταν το άτομο που αντιμετωπίζει κάποια ψυχογενή διαταραχή διατροφής νιώσει έτοιμο να ζητήσει ψυχοθεραπευτική βοήθεια, μπορεί να ωφεληθεί πάρα πολύ. Σειρά ερευνών καταδεικνύουν πως η βουλιμία, η νευρωσική ανορεξία και η παχυσαρκία μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με διάφορες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις και μάλιστα με σημαντικά μικρό κίνδυνο υποτροπών στο μέλλον.
Μέσα από την ατομική ψυχοθεραπεία με ψυχολόγο-ψυχοθεραπευτή αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι βασικές αιτίες των διατροφικών διαταραχών, όπως είναι η χαμηλή αυτοπεποίθηση του ατόμου, η δυσκολία στις διαπροσωπικές του σχέσεις, η επίλυση των έντονων εσωτερικών και οικογενειακών συγκρούσεων, οι φοβίες, το άγχος κ.ά.
Η θεραπεία μπορεί να είναι μακροχρόνια και επίμονη και κάποια άτομα τείνουν να τη διακόπτουν πρόωρα. Σε κάθε περίπτωση, η οικοδόμηση μιας σχέσης ενσυναίσθησης, κατανόησης, σεβασμού και εμπιστοσύνης μεταξύ θεραπευτή-θεραπευόμενου είναι το βασικό συστατικό για την επιτυχή έκβαση οποιουδήποτε ψυχοθεραπευτικού προγράμματος.